Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2008

Ο μπάρμπα - Γιάννης



Κοντά στα σύνορα με την Αλβανία, 50 χιλιόμετρα έξω απ’ τα Γιάννενα, βρίσκεται ένα χωριό που η ιστορία του ξεκινά απ’ τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Φυγάδες απ’ το Σούλι ήταν οι πρώτοι χωρικοί που αποφάσισαν να αφήσουν τα πάτρια χώματα και ανέβηκαν στο ψηλότερο βουνό, τον Κασσιδιάρη κι έχτισαν εκεί τα πρώτα σπίτια, σε σημείο που δεν τα έβρισκαν οι Τούρκοι.
Πολύ αργότερα, το 1960, αποφάσισαν οι κάτοικοι να ιδρύσουν το νέο χωριό πιο χαμηλά, για να βρίσκονται πιο κοντά στα Γιάννενα.
Χαλάσματα πια, τα παραδοσιακά, πέτρινα σπίτια του παλιού χωριού. Και τη γύρω περιοχή, την αιματοβαμμένη άλλοτε από εχθρούς και άλλοτε από αδελφούς, χρησιμοποιούν πλέον ως τόπο βο­σκής για τα ζώα τους κάποιοι τσοπάνηδες που έρχονται από την Ηγουμενίτσα κάθε καλοκαίρι…
Ο μπάρμπα - Γιάννης με το δασύ μουστάκι και το ηλιοκαμένο, σκαμμένο πρόσωπό του με κέρασε ούζο και φρέσκια φέτα:
«Όμορφα είναι εδώ. Μόνοι μας βέβαια, αλλά χωρίς να έχουμε κανένα πάνω από το κεφάλι μας· μόνο τον ουρανό και τον ήλιο. Δεν έ­χουμε ούτε ρεύμα ούτε τηλέφωνο, αλλά είναι όμορφα. Κρίμα που το εγκατέλειψαν το χωριό αυτό.»
Εκεί λοιπόν, «τέρμα Θεού», που την απόλυτη ησυχία διαταράσσουν με τις φωνές τους τα χιλιάδες που­λιά και τα ζώα των τσοπάνηδων, εκεί που δεν υπάρχει ρεύμα κι ούτε πρόκειται ποτέ να πάει, εκεί άκουσα απ’ το στόμα του μπάρμπα - Γιάννη, του απλού τσοπάνη που σ' όλη του τη ζωή βόσκει τα πρόβατα του, τη μαγική κουβέντα:
«Και τι έχουν κάνει, παιδί μου, για μας αυτοί που μας κυβερνούν; Τίποτα. Μόνον την πάρτη τους κοιτάνε και μας δουλεύουν όλους…»